Πολυάρατος — much wished for masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πολυάρατος — πολυάρᾱτος much wished for masc/fem nom sg πολυά̱ρατος , πολυάρατος much wished for masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πολυαράτου — Πολυάρατος much wished for masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πολυαράτους — Πολυάρατος much wished for masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πολυάρατον — Πολυάρατος much wished for masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πολυάρατον — πολυάρᾱτος much wished for masc/fem acc sg πολυάρᾱτος much wished for neut nom/voc/acc sg πολυά̱ρατον , πολυάρατος much wished for masc/fem acc sg πολυά̱ρατον , πολυάρατος much wished for neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πολυ- — Α το, Ν άκλ. (βιοχ.) πολυριβονουκλεοτίδιο που αποτελείται εξ ολοκλήρου από αδενυλικά υπολείμματα. ΝΜΑ α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής που ανάγεται στο επιθ. πολύς και δηλώνει ότι το β συνθετικό γίνεται πολλές φορές,… … Dictionary of Greek
πολυάρητος — ον, Α (επικ. τ.) βλ. πολυάρατος … Dictionary of Greek
πολυαράτου — πολυάρᾱτος much wished for masc/fem/neut gen sg πολυᾱράτου , πολυάρατος much wished for masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πολυαράτους — πολυάρᾱτος much wished for masc/fem acc pl πολυᾱράτους , πολυάρατος much wished for masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)